Θυρεοειδής αδένας

Ο θυρεοειδής αδένας παράγει και εκκρίνει ορμόνες οι οποίες, μέσω της κυκλοφορίας, μεταφέρονται στα κύτταρα του οργανισμού και ρυθμίζουν πολλές μεταβολικές διεργασίες. Οι ορμόνες που παράγονται από τα κύτταρα του θυρεοειδούς αδένα είναι οι Τ3 (τριιωδοθυρονίνη) και Τ4 (θυροξίνη) οι ορμόνες αυτές επηρεάζουν το μεταβολισμό όλων των ιστών εκτός του εγκεφάλου και του αναπαραγωγικού συστήματος.

 

Δράσεις των θυρεοειδικών ορμονών Τ3 και Τ4.

 

Οι ορμόνες Τ3 και Τ4 επηρεάζουν πολλές βιολογικές λειτουργίες:

  • Ευνοούν τη λιπόλυση και την οξείδωση των λιπαρών οξέων.
  • Επηρεάζουν το μεταβολισμό τον υδατανθράκων και των πρωτεϊνών
  • Συμβάλλουν στη μείωση των αντιστάσεων στα περιφερειακά αγγεία, συνεπώς βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία.
  • Είναι σημαντικές για τη ρύθμιση της κινητικότητας του εντέρου και συνεπώς για τη συχνότητα των κενώσεων.
  • Συμβάλλουν στην ανάπτυξη και ωρίμανση των οστών.
  • Η διατήρηση των θυρεοειδικών ορμονών σε σταθερά επίπεδα είναι σημαντική για τη σωστή ανάπτυξη των δοντιών.
  • Κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, μικρή ποσότητα των Τ3 και Τ4 περνάει από τη μητρική κυκλοφορία στο έμβρυο μέσω του πλακούντα και συμβάλλει στη σωστή ανάπτυξη του κεντρικού νευρικού συστήματος και στη σκελετική ωρίμανση.

 

Παλίνδρομος Μηχανισμός Ρύθμισης της λειτουργίας του Θυρεοειδούς

 

Η λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα υπόκειται στον έλεγχο του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-θυρεοειδούς (HPT άξονας).

Η εκλυτική ορμόνη της θυρεοτροπίνης (TRH) παράγεται στον υποθάλαμο και έχει πολύ σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της ορμονογένεσης του θυρεοειδούς αδένα.

Τα θυρεοτρόπα κύτταρα του πρόσθιου λοβού της υπόφυσης παράγουν την θυρεοτροπίνη (TSH).

Είναι πολύ σημαντικό, τα επίπεδα των Τ3 και Τ4 να διατηρούνται σταθερά. Έτσι, ακόμα και μικρού βαθμού διακυμάνσεις στις συγκεντρώσεις των ελεύθερων Τ3 και Τ4 προάγουν ή αναστέλλουν την έκκριση της TRH και της TSH. Αύξηση των επιπέδων των ελεύθερων T3 και Τ4 έχουν αρνητική παλίνδρομη επίδραση στην έκκριση της TRH από τον υποθάλαμο και στην έκκριση της TSH από την υπόφυση. Αντιθέτως, ελάττωση της συγκέντρωσης των ελεύθερων Τ3 και Τ4 προκαλεί αύξηση της σύνθεσης και έκκρισης των TRH και TSH.

Η σχέση αυτή συνοψίζεται στο παρακάτω διάγραμμα:

 

Υποθυρεοειδισμός

 

Υποθυρεοειδισμός ονομάζεται η κατάσταση κατά την οποία ο θυρεοειδής υπολειτουργεί και παράγει ανεπαρκείς ποσότητες ορμονών.

Ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να είναι είτε πρωτοπαθής είτε δευτεροπαθής. Στον πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό έχουμε δυσλειτουργία του θυρεοειδούς, ενώ στον δευτεροπαθή υπολειτουργεί η υπόφυση.

 

Τα στάδια του υποθυρεοειδισμού είναι τα εξής:

  • Υποκλινικός υποθυρεοειδισμός: Είναι το αρχικό στάδιο της νόσου κατά το οποίο δεν υπάρχουν εμφανή κλινικά συμπτώματα. Η TSH είναι λίγο αυξημένη ενώ οι Τ3 και Τ4 είναι ακόμα σε φυσιολογικά επίπεδα. Ο θυρεοειδής αδένας σε αυτήν την περίπτωση υπερλειτουργεί για να μπορέσει να παράγει ικανοποιητικές για τον οργανισμό ποσότητες ορμονών αλλά με την πάροδο του χρόνου ‘εξαντλείται’ και ο ασθενής μεταπίπτει στον κλινικό υποθυρεοειδισμό όπου εμφανίζονται πιο έντονα τα συμπτώματα.
  • Ήπιος υποθυρεοειδισμός: Η TSH είναι αρκετά αυξημένη ενώ οι Τ3 και Τ4 βρίσκονται σε μειωμένες συγκεντρώσεις.
  • Έντονος υποθυρεοειδισμός: H TSH είναι πολύ αυξημένη ενώ τα επίπεδα των Τ3 και Τ4 είναι πολύ χαμηλά.

 

Αίτια υποθυρεοειδισμού

 

Υποθυρεοειδισμός είναι μία κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται από την αδυναμία του θυρεοειδούς αδένα να παράγει αρκετές ποσότητες των θυρεοειδικών ορμονών Τ3 και Τ4. Υπάρχουν πολλές αιτίες εμφάνισης υποθυρεοειδισμού, όπως είναι:

    • H θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μια αυτοάνοση διαταραχή κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς στρέφεται κατά των κυττάρων του θυρεοειδούς αδένα και προκαλεί καταστροφή του θυρεοειδικού ιστού. Τα αντισώματα anti-TPO και anti-TG στρέφονται ενάντια του θυρεοειδούς και προκαλούν φλεγμονή. Εκδηλώνεται ως ατροφία του θυρεοειδούς ή ως διόγκωση του θυρεοειδούς. Με την πάροδο του χρόνου, η επίπτωσή της στον οργανισμό αυξάνεται.

 

  • Η έλλειψη ιωδίου. Η επαρκής πρόσληψη ιωδίου από τη διατροφή είναι πολύ σημαντική για την παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών. Σε συνθήκες έλλειψης ιωδίου, δεν παράγονται ικανοποιητικές ποσότητες Τ3 και Τ4. Σε απάντηση αυτής της κατάστασης, εκκρίνονται μεγαλύτερες ποσότητες TSH από την υπόφυση.  Στις χώρες με επαρκή πρόσληψη ιωδίου, τα αίτια υποθυρεοειδισμού είναι συνήθως η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα.
  • Η χειρουργική αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα. Εάν χρειαστεί αφαίρεση ολόκληρου του θυρεοειδούς αδένα θα αναπτυχθεί υποθυρεοειδισμός ο οποίος θεραπεύεται με τη λήψη της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Εάν ωστόσο αφαιρεθεί μόνο ένα τμήμα του θυρεοειδούς, είναι πιθανόν να συνεχιστεί η παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών σε ικανοποιητικές ποσότητες αλλά ο ασθενής  χρειάζεται εντατική παρακολούθηση.
  • Η  λήψη φαρμάκων που επηρεάζουν τη λειτουργία του θυρεοειδούς.
  • Θεραπεία με ραδιενεργή ακτινοβολία. Σε ασθενείς που εμφάνισαν καρκίνο στο εγκέφαλο, λέμφωμα ή λευχαιμία και υπεβλήθησαν σε θεραπεία με ραδιενεργό ακτινοβολία, είναι πολύ πιθανό ο θυρεοειδής τους να υπολειτουργεί με συνέπεια ο οργανισμός να οδηγηθεί σε υποθυρεοειδισμό.
  • Η δυσλειτουργία της υπόφυσης με αποτέλεσμα τη μειωμένη παραγωγή της TSH (κεντρικός υποθυρεοειδισμός). Είναι πολύ σπάνια αιτία υποθυρεοειδισμού.

 

  • Μη φυσιολογική ανάπτυξη του θυρεοειδούς αδένα κατά την εμβρυική περίοδο ή μετάλλαξη σε κάποιο ένζυμο που συμμετέχει στη διαδικασία παραγωγής ορμονών.
  • Υποξεία θυρεοειδίτιδα. Μετά από μία ιογενή λοίμωξη του αναπνευστικού είναι δυνατόν να προκληθεί διόγκωση του θυρεοειδούς και φλεγμονή με συνέπεια την έκκριση μεγάλων ποσοτήτων ορμονών στο αίμα, οι οποίες λόγω του παλίνδρομου μηχανισμού ρύθμισης προκαλούν προσωρινό υποθυρεοειδισμό.

 

Συμπτώματα Υποθυρεοειδισμού

 

Οι ασθενείς που πάσχουν από υποθυρεοειδισμό αισθάνονται έντονη κούραση, μυϊκή αδυναμία κα πόνο, έχουν δυσανεξία στο κρύο και εμφανίζουν δυσκοιλιότητα. Άλλα συμπτώματα που έχουν παρατηρηθεί σε καταστάσεις υποθυρεοειδισμού είναι ο χαμηλός καρδιακός ρυθμός, η αύξηση βάρους, η απώλεια μαλλιών, η απώλεια μνήμης ακόμα και η κατάθλιψη.

Τα μωρά τα οποία γεννιούνται χωρίς θυρεοειδή αδένα ή με δυσλειτουργικό θυρεοειδή αδένα εμφανίζουν ίκτερο μετά τη γέννηση, μεγάλη και προεξέχουσα γλώσσα και έχουν βραχνό κλάμα. Εμφανίζουν επίσης δυσκοιλιότητα, μυϊκή αδυναμία και υπνηλία.

Τα παιδιά που πάσχουν από υποθυρεοειδισμό μπορεί να εμφανίσουν μικρή σωματική και εγκεφαλική ανάπτυξη.

 

Υπερθυρεοειδισμός

 

Υπερθυρεοειδισμός ονομάζεται η διαταραχή κατά την οποία ο θυρεοειδής υπερλειτουργεί και παράγει περίσσειες ποσότητες ορμονών.

Κατά το πρώτο στάδιο υπερθυρεοειδισμού κατά το οποίο τα συμπτώματα απουσιάζουν ή δεν είναι εμφανή (υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός) η τιμή της TSH είναι πολύ χαμηλή (<0,4Mu/ml) ενώ οι τιμές των Τ3 και Τ4 είναι στα φυσιολογικά επίπεδα. Εάν ο υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός δεν αντιμετωπιστεί, είναι δυνατόν να προκαλέσει ελάττωση της οστικής μάζας των ασθενών, διάφορα καρδιαγγειακά προβλήματα (αρρυθμίες, ταχυκαρδίες, κ.α.) καθώς επίσης και να εξελιχθεί σε κλινικό υπερθυρεοειδισμό.

 

Αίτια Υπερθυρεοειδισμού

 

  • Η πιο συνήθης αιτία υπερθυρεοειδισμού είναι η Νόσος Graves. Η νόσος Graves είναι μια αυτοάνοση διαταραχή κατά την οποία προκαλείται φλεγμονή και διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα καθώς επίσης και οίδημα στην περιοχή των ματιών (εξόφθαλμος). Στον ορό των ασθενών με νόσο Graves ανιχνεύονται μεγάλες συγκεντρώσεις των αντισωμάτων έναντι του υποδοχέα της TSH και των αντισωμάτων της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (anti-TPO).
  • Η παρουσία ενός υπερλειτουργικού όζου (μονήρες τοξικό αδένωμα) ή περισσότερων υπερλειτουργικών οζιδίων (πολυοζώδης βρογχοκήλη) τα οποία παράγουν μεγάλες ποσότητες ορμονών.
  • Η υπερβολική πρόσληψη ιωδίου από διάφορες φαρμακευτικές ουσίες μπορεί επίσης να προκαλέσει προσωρινά υπερθυρεοειδισμό.
  • Η υποξεία θυρεοειδίτιδα μετά από ιογενή λοίμωξη του αναπνευστικού, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, προκαλεί προσωρινή παραγωγή αυξημένων ποσοτήτων των Τ3 και Τ4.

 

Συμπτώματα Υπερθυρεοειδισμού

 

Οι ασθενείς με υπερθυρεοειδισμό διακατέχονται από άγχος και νευρικότητα, είναι οξύθυμοι,  εμφανίζουν αυξημένη εφίδρωση, τρόμο και ταχυκαρδία. Στα συμπτώματα του υπερθυρεοειδισμού περιλαμβάνονται επίσης η απώλεια βάρους, η αυξημένη συχνότητα κενώσεων, η πεσμένη libido, η αστάθεια της έμμηνου ρήσης κ.α.

 

Εργαστηριακός έλεγχος δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς

 

Οι εργαστηριακές εξετάσεις που γίνονται για να διαπιστωθεί κάποια δυσλειτουργία του θυρεοειδούς περιλαμβάνουν τις μετρήσεις των συγκεντρώσεων των TSH, T3, T4, FT3, FT4. Οι εξετάσεις FT3 και FT4 είναι πιο αξιόπιστες για την εκτίμηση της λειτουργίας του θυρεοειδούς. Σημαντική επίσης είναι η μέτρηση της συγκέντρωσης των αντισωμάτων της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (anti-TPO) και αντισωμάτων της θυρεοσφαιρίνης (anti-TG).

Αρκετοί άνθρωποι είναι δυνατόν να πάσχουν από υποκλινικό υποθυρεοειδισμό ή υπερθυρεοειδισμό και να μην το γνωρίζουν διότι σε αυτό το στάδιο τα συμπτώματα δεν είναι εμφανή. Η συχνότητα εμφάνισης υποκλινικού θυρεοειδισμού είναι αρκετά μεγάλη, περίπου 5% ενώ είναι ιδιαιτέρως αυξημένη (23%) σε περιοχές  με έλλειψη ιωδίου. Στη Θεσσαλία, λόγω απόστασης από το θαλασσινό νερό, τα προϊόντα που παράγονται έχουν μικρές συγκεντρώσεις ιωδίου. Το γεγονός αυτό, μας καθιστά ευπαθή πληθυσμό και γι’ αυτόν το λόγο χρειάζεται να επισκεπτόμαστε τον ενδοκρινολόγο μας για τον έλεγχο της θυρεοειδικής μας λειτουργίας ακόμη και σε περίπτωση μη  εμφάνισης των ανωτέρω συμπτωμάτων.

 

Καρκίνος Θυρεοειδούς

 

Ο καρκίνος του θυρεοειδούς είναι ένας σπάνιος τύπος καρκίνου με αυξητικές τάσεις τις τελευταίες δεκαετίες, περίπου 50000 νέα περιστατικά το χρόνο. Εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες. Υπάρχουν 4 τύποι καρκίνου του θυρεοειδούς:

  • Ο συχνότερος είναι ο θυλώδης τύπος (80-85% των περιπτώσεων κακοήθειας θυρεοειδούς) ο οποίος εμφανίζει αργή εξέλιξη.
  • Το θυλακιώδες καρκίνωμα εμφανίζει πιο γρήγορη εξέλιξη από το θυλώδες, με πιθανότητα μετάστασης. Αποτελεί το 10-15% των περιπτώσεων του καρκίνου του θυρεοειδούς.
  • Ο μυελοειδής ο οποίος εμφανίζει υψηλή μεταστατική ικανότητα και αφορά το 3-4% των περιπτώσεων κακοήθειας του θυρεοειδούς.Ο αναπλαστικός ο οποίος είναι ο πιο σπάνιος τύπος καρκίνου του θυρεοειδούς (1-2% των περιπτώσεων) ο οποίος χαρακτηρίζεται από ταχείες και απομακρυσμένες μεταστάσεις.

 

Οι ομάδες ατόμων  που έχουν πιο αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς είναι:

  • Άτομα που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία με χρήση ακτινοβολίας στην κεφαλή ή στην περιοχή του λαιμού.
  • Άτομα με ιστορικό βρογχοκήλης, όζων θυρεοειδούς ή καρκίνου του θυρεοειδούς.
  • Μεταλλάξεις σε γονίδια που σχετίζονται με καρκινώματα θυρεοειδούς (RET, RAS, p53)
  • Άτομα που ζουν σε περιοχές όπου υπάρχει έλλειψη ιωδίου.

 

Στα πρώτα στάδια του καρκίνου του θυρεοειδούς δεν υπάρχουν εμφανή συμπτώματα. Με την εξέλιξη της νόσου είναι δυνατόν να εμφανιστούν κάποια συμπτώματα όπως διόγκωση κάποιας περιοχής στο λαιμό, πόνος στο λαιμό, βραχνάδα στη φωνή, δυσκολία στην κατάποση κ.α.

 

Λόγω των γενικών συμπτωμάτων, που εμφανίζονται σε περιπτώσεις διαταραχής της θυρεοειδικής λειτουργίας τόσο ο υποθυρεοειδισμός όσο και ο υπερθυρεοειδισμός μπορεί να μη διαγνωστούν για αρκετό χρονικό διάστημα. Για το λόγο αυτό χρειάζεται υψηλός βαθμός υποψίας, επίσκεψη στον ενδοκρινολόγο για προληπτικό έλεγχο, ενώ οι αιματολογικές εξετάσεις που αφορούν στον έλεγχο της θυρεοειδικής λειτουργίας πρέπει να εξετάζονται σε ένα μεγάλο εύρος ενδείξεων!