Η φαρυγγοαμυγδαλίτιδα είναι φλεγμονή του βλεννογόνου του στοματοφάρυγγα, η οποία προκαλείται κυρίως από ιούς όπως o ρινοϊός, ο ιός της γρίπης, ο Epstein Bar, ο αδενοϊός και άλλους ιούς. Ωστόσο, ένα μεγάλο ποσοστό των κρουσμάτων οξείας φαρυγγίτιδας προκαλείται από βακτήρια, και κυρίως από τοv β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α (Group A Streptococcus Pyogenes).
Ο S.pyogenes μεταδίδεται κυρίως με άμεση επαφή με τις εκκρίσεις του αναπνευστικού ατόμου που νοσεί ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της οξείας λοίμωξης. Η νόσος εμφανίζεται συχνότερα σε παιδιά ηλικίας 5-15 ετών καθώς σε σχολεία και σε κλειστούς χώρους -λόγω του συγχρωτισμού πολλών ατόμων- είναι εύκολη η μετάδοση του βακτηρίου από τα μολυσμένα άτομα στα υγιή.
Οι ασθενείς με στρεπτοκοκκική αμυγδαλίτιδα εμφανίζουν υψηλό πυρετό, δυσκαταποσία, κεφαλαλγία, κοιλιακά άλγη και εμέτους. Στα συμπτώματα επίσης περιλαμβάνονται ο πονοκέφαλος, αίσθημα καταβολής και η δυσοσμία του στόματος ενώ απουσιάζει ο βήχας και η ρινική συμφόρηση (συμπτώματα τα οποία συνήθως εμφανίζονται στην ιογενή φαρυγγίτιδα). Οι αμυγδαλές τους είναι εξέρυθρες, διογκωμένες και συχνά καλύπτονται από λευκωπό επίχρισμα. Τα παρίσθμια εμφανίζονται επίσης εξέρυθρα και αρκετές φορές συνυπάρχουν μικρές, στικτές αιμορραγικές κηλίδες στην υπερώα.
Η έγκαιρη διάγνωση και η θεραπεία των πασχόντων από στρεπτοκοκκική αμυγδαλίτιδα αποτελούν το αποτελεσματικότερο μέτρο αφενός για τον περιορισμό των στρεπτοκοκκικών λοιμώξεων και αφ΄ ετέρου για την εμφάνιση μεταλοιμωδών επιπλοκών. Ως νοσήματα εμφανιζόμενα μετά από λοίμωξη από τον S.pyogenes περιγράφονται ο ρευματικός πυρετός και η οξεία μεταστρεπτοκοκκική σπειραματονεφρίτιδα.
Το πρώτο βήμα για την εργαστηριακή διάγνωση της στρεπτοκοκκικής αμυγδαλίτιδας αποτελεί το strep test. Πρόκειται για ένα γρήγορο τεστ ανοσοχρωματογραφίας με το οποίο ανιχνεύουμε το αντιγόνο του β-αιμολυτικού στρεπτοκόκκου ομάδας Α σε φαρυγγικό επίχρισμα. Το αποτέλεσμα δίνεται σε 5 λεπτά από τη λήψη του φαρυγγικού επιχρίσματος. Η εξέταση αυτή έχει καλή ευαισθησία αλλά χαμηλή ειδικότητα καθώς ανιχνεύει και άλλους στρεπτοκόκκους πλην του πυογόνου.
Η εργαστηριακή διάγνωση της λοίμωξης επιτυγχάνεται με την απομόνωση του στρεπτοκόκκου με καλλιέργεια φαρυγγικού επιχρίσματος. Η καλλιέργεια είναι απαραίτητη για την επιβεβαίωση του παθογόνου μικροβίου αλλά και για τον έλεγχο της ευαισθησίας του.
Τέλος, οι ορολογικές εξετάσεις , όπως ο προσδιορισμός της στρεπτολυσίνης-Ο (ASTO) ή η μέτρηση των αντισωμάτων της DNaseB, έχουν αξία κυρίως για την παρακολούθηση ενδεχόμενης εμφάνισης μεταλοιμωδών επιπλοκών της στρεπτοκοκκικής αμυγδαλίτιδας.
Αντιβιοτικό εκλογής για τη θεραπεία λοιμώξεων με στρεπτόκοκκο ομάδας Α είναι η πενικιλλίνη στην οποία όλα τα στελέχη του μικροβίου είναι ευαίσθητα. Σε περίπτωση αλλεργίας στην πενικιλλίνη εναλλακτικά χορηγείται ερυθρομυκίνη η ευαισθησία στην οποία πρέπει να επιβεβαιώνεται με αντιβιόγραμμα καθώς υπάρχουν στελέχη ανθεκτικά στο συγκεκριμένο αντιβιοτικό.
Αναφορές πενικιλλίνη-ανθεκτικών στελεχών δεν έχουν επιβεβαιωθεί σε εργαστήρια αναφοράς. Η θεραπευτική αποτυχία της πενικιλλίνης σε περιπτώσεις φαρυγγοαμυγδαλίτιδας από S.pyogenes οφείλεται σε διάφορους λόγους:
- Μη σωστή λήψη του αντιβιοτικού
- Παρουσία βακτηρίων της στοματικής χλωρίδας που παράγουν β-λακταμάσες με αποτέλεσμα την προστασία του S.pyogenes από το αντιβιοτικό
- Απουσία μικροοργανισμών της χλωρίδας, που βοηθούν στην αναστολή ανάπτυξης και πολλαπλασιασμού του S.pyogenes, μέσω βακτηριοσινών που παράγουν ή μέσω ανταγωνισμού για τις θρεπτικές ουσίες.
- Συνύπαρξη και συνεργική δράση με άλλα παθογόνα, όπως κυρίως με τη Moraxella catarrhalis
- Ικανότητα να εισέρχεται εντός των κυττάρων, όπου δε μπορούν να δράσουν οι β-λακτάμες
Η λήψη κατάλληλου αντιβιοτικού πολύ γρήγορα ελαττώνει τον αριθμό των στρεπτοκόκκων στο φάρυγγα. Δε χρειάζεται να επαναληφθεί η καλλιέργεια φαρυγγικού επιχρίσματος μετά το τέλος της θεραπείας παρά μόνο σε περίπτωση υποτροπής των συμπτωμάτων ή σε άτομα με αυξημένο κίνδυνο για ρευματικό πυρετό.